ΑΠΟΛΥΤΑ
|
ΤΑΚΤΙΚΑ
|
ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΙΚΑ
|
ΑΝΑΛΟΓΙΚΑ
|
Ένας,
μία, ένα
|
Πρώτος
|
Απλός
|
-
|
Δύο
|
Δεύτερος
|
Διπλός
|
Διπλάσιος
|
Τρεις,
τρία
|
Τρίτος
|
Τριπλός
|
Τριπλάσιος
|
Τέσσερις
|
Τέταρτος
|
Τετραπλός
|
Τετραπλάσιος
|
Πέντε
|
Πέμπτος
|
Πενταπλός
|
Πενταπλάσιος
|
Έξι
|
Έκτος
|
Εξαπλός
|
Εξαπλάσιος
|
Δέκα
|
Δέκατος
|
Δεκαπλός
|
Δεκαπλάσιος
|
Δώδεκα
|
Δωδέκατος
|
Δωδεκαπλός
|
Δωδεκαπλάσιος
|
Είκοσι
|
Εικοστός
|
Εικοσαπλός
|
Εικοσαπλάσιος
|
Εβδομήντα
|
Εβδομηκο-στός
|
Εβδομηνταπλός
|
Εβδομηνταπλάσιος
|
Αρσενικό
|
Θηλυκό
|
Ουδέτερο
|
|
Ονομ.
|
ένας
|
μία,
μια
|
ένα
|
Γεν.
|
ενός
|
μιας
|
ενός
|
Αιτ.
|
ένα(ν)
|
μία,
μια
|
ένα
|
Αρσενικό
|
Θηλυκό
|
Ουδέτερο
|
|
Ονομ.
|
τρεις
|
τρεις
|
τρία
|
Γεν.
|
τριών
|
τριών
|
τριών
|
Αιτ.
|
τρεις
|
τρεις
|
τρία
|
Αρσενικό
|
Θηλυκό
|
Ουδέτερο
|
|
Ονομ.
|
τέσσερις
|
τέσσερις
|
τέσσερα
|
Γεν.
|
τεσσάρων
|
τεσσάρων
|
τεσσάρων
|
Αιτ.
|
τέσσερις
|
τέσσερις
|
τέσσερα
|
Ενικός Αριθμός
|
|||
Αρσενικό
|
Θηλυκό
|
Ουδέτερο
|
|
Ονομ.
|
ο πρώτος
|
η πρώτη
|
το πρώτο
|
Γεν.
|
του πρώτου
|
της πρώτης
|
του πρώτου
|
Αιτ.
|
τον πρώτο
|
την πρώτη
|
το πρώτο
|
Κλητ.
|
-
πρώτε
|
-
πρώτη
|
-
πρώτο
|
Πληθυντικός Αριθμός
|
|||
Αρσενικό
|
Θηλυκό
|
Ουδέτερο
|
|
Ονομ.
|
οι πρώτοι
|
οι πρώτες
|
τα πρώτα
|
Γεν.
|
των πρώτων
|
των πρώτων
|
των πρώτων
|
Αιτ.
|
τους πρώτους
|
τις πρώτες
|
τα πρώτα
|
Κλητ.
|
-
πρώτοι
|
-
πρώτες
|
-
πρώτα
|
Ενικός Αριθμός
|
|||
Αρσενικό
|
Θηλυκό
|
Ουδέτερο
|
|
Ονομ.
|
ο απλός
|
η απλή
|
το απλό
|
Γεν.
|
του απλού
|
της απλής
|
του απλού
|
Αιτ.
|
τον απλό
|
την απλή
|
το απλό
|
Κλητ.
|
-
απλέ
|
-
απλή
|
-
απλό
|
Πληθυντικός Αριθμός
|
|||
Αρσενικό
|
Θηλυκό
|
Ουδέτερο
|
|
Ονομ.
|
οι απλοί
|
οι απλές
|
τα απλά
|
Γεν.
|
των απλών
|
των απλών
|
των απλών
|
Αιτ.
|
τους απλούς
|
τις απλές
|
τα απλά
|
Κλητ.
|
-
απλοί
|
-
απλές
|
-
απλά
|
Ενικός Αριθμός
|
|||
Αρσενικό
|
Θηλυκό
|
Ουδέτερο
|
|
Ονομ.
|
ο διπλάσιος
|
η διπλάσια
|
το διπλάσιο
|
Γεν.
|
του διπλάσιου
|
της διπλάσιας
|
του διπλάσιου
|
Αιτ.
|
τον διπλάσιο
|
τη διπλάσια
|
το διπλάσιο
|
Κλητ.
|
-
διπλάσιε
|
-
διπλάσια
|
-
διπλάσιο
|
Πληθυντικός Αριθμός
|
|||
Αρσενικό
|
Θηλυκό
|
Ουδέτερο
|
|
Ονομ.
|
οι διπλάσιοι
|
οι διπλάσιες
|
τα διπλάσια
|
Γεν.
|
των διπλάσιων
|
των διπλάσιων
|
των διπλάσιων
|
Αιτ.
|
τους διπλάσιους
|
τις διπλάσιες
|
τα διπλάσια
|
Κλητ.
|
-
διπλάσιοι
|
-
διπλάσιες
|
-
διπλάσια
|